Friday, December 23, 2016

Είναι η εξελικτική ψυχολογία μια μορφή κοινωνικού Δαρβινισμού;

Ο κοινωνικός δαρβινισμός ως όρος εισήχθη στο κοινωνικό και πολιτικό ευρωπαϊκό προσκήνιο το 1877, όπως προέκυψε από τις ιδέες των T. Malthus, H. Spencer και F. Galton. Ο κοινωνικός δαρβινισμός είναι η εφαρμογή της θεωρίας της φυσικής επιλογής σε κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά ζητήματα. Στην απλούστερη μορφή του υποστηρίζει την βασική ιδέα της επιβίωσης του επικρατέστερου (Howard, 1997).
Σύμφωνα με τον Howard (1997), o κοινωνικός δαρβινισμός χρησιμοποιήθηκε και συνεχίζει να χρησιμοποιείται από τις δυτικές κοινωνίες με σκοπό να προωθήσει ένα φιλελεύθερο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό σύστημα το οποίο αναφέρεται στον ανταγωνισμό και τον ατομικισμό σε όλα τα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά θέματα. Για τους υποστηρικτές του κοινωνικού δαρβινισμού μερικές ομάδες ανθρώπων ανταγωνίζονται και επιβιώνουν ευκολότερα από άλλες ομάδες, και ο αγώνας αυτός οδηγεί στην πρόοδο του ανθρώπινου είδους. Με άλλα λόγια κάποιες ομάδες ανθρώπων έχουν πιο ισχυρά γονίδια. Αυτές οι ομάδες εξελίσσουν τον άνθρωπο και τη φύση του περισσότερο από τις αδύναμες ομάδες (Elmer, 1921).
Την περίοδο που ο Spencer ξεκίνησε να προωθεί τον κοινωνικό δαρβινισμό, η τεχνολογία και η οικονομία στο δυτικό πολιτισμό είχαν αρχίσει να αναπτύσσονται πολύ περισσότερο και γρηγορότερα σε σύγκριση με άλλες κουλτούρες. Δίνοντας βάση σε αυτά τα προφανή πλεονεκτήματα, καθώς και τις οικονομικές και στρατιωτικές δομές του Δυτικού πολιτισμού, πολλοί υποστήριξαν ότι η φυσική επιλογή τελικά δεν ήταν μια θεωρία αλλά ένα θεμελιώδες αξίωμα, και αυτό διότι οι ομάδες (ή οι φυλές) που τουλάχιστον γενετικά, ήταν επικρατέστερες, όντος επιβίωναν ευκολότερα (Turner, 1985).
Συνεχίζοντας, μελέτες σχετικές με την κληρονομικότητα συνέβαλαν επίσης στη προσέγγιση του κοινωνικού δαρβινισμού, κυρίως όμως κατά τα τέλη του 19ου αιώνα. Στο έργο Hereditary Genius, o Galton (1869), υποστήριξε ότι η βιολογική κληρονομικότητα είναι πολύ πιο σημαντική από ό,τι το περιβάλλον για τον προσδιορισμό της ιδιοσυγκρασίας και της ευφυΐας (Hughes & Kroeler, 2012). Οι κοινωνιολόγοι και οι βιολόγοι όπως ο Lamarck, που επέκριναν τη θεωρία της κληρονομικότητας, πιστεύουν ότι οι αλλαγές στο περιβάλλον ενός ατόμου θα μπορούσαν να παράγουν φυσικές διαφοροποιήσεις, και οι διαφοροποιήσεις αυτές θα μπορούσαν να περνάνε στις επόμενες γενεές. Τελικά στις αρχές του 20ου αιώνα οι υποστηρικτές της θεωρίας της κληρονομικότητας ξεκίνησαν να λαμβάνουν θετική κριτική, και αυτό οφείλεται εν μέρει στο έργο του Γερμανού βιολόγου August Weismann. O Weismann επεσήμανε εκ νέου το ρόλο της φυσικής επιλογής, με το επιχείρημα ότι τα χαρακτηριστικά ενός ατόμου καθορίζονται γενετικά από τη σύλληψη (Turner, 1985).

Προς το τέλος του 19ου αιώνα ο κοινωνικός δαρβινισμός απέκτησε αρκετούς υποστηρικτές και από την σχολή της κοινωνιολογίας. Ο δημοσιογράφος Walter Bagehot εξέφρασε τις θεμελιώδεις ιδέες των κοινωνιολόγων στο έργο του Physics and Politics (2007). Το έργο αυτό περιγράφει την ιστορική εξέλιξη των κοινωνικών ομάδων σε έθνη. Ο Bagehot υποστήριξε ότι αυτά τα έθνη εξελίχθηκαν με επιτυχία, κυρίως μέσω συγκρούσεων με άλλες ομάδες-έθνη. Για πολλούς πολιτικούς επιστήμονες, κοινωνιολόγους και στρατιωτικούς, οι ιδέες αυτές δικαιολογούν σε ένα μεγάλο βαθμό την επέκταση πολλών εθνών και την κυριαρχία τους σε άλλες γεωγραφικές περιοχές. Στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, ο ιστορικός J. Fiske και ο στρατηγός A. T. Mahan, βασισμένοι στις αρχές του κοινωνικού δαρβινισμού βοήθησαν πολύ στη δημιουργία ισχυρών στρατιωτικών δομών (Hofstadter, 1944; Bannister, 1979; Wilson & Jackson, 1989).
Στις αρχές του 20ου αιώνα, ένα νέο κίνημα με την ονομασία κοινωνική μεταρρύθμιση, χρησιμοποίησε τις θεωρίες του Δαρβίνου για να δώσει έναν ισχυρότερο ρόλο στη κυβέρνηση και να εισάγει διάφορες κοινωνικές πολιτικές. Το κίνημα αυτό που έγινε γνωστό ως μεταρρυθμιστικός δαρβινισμός υποστήριξε ότι, το ανθρώπινο είδος χρειάζεται νέες ιδέες και θεσμούς για να προσαρμοστεί σωστά στις μεταβαλλόμενες συνθήκες (Barnes, 1921).

Μερικοί μεταρρυθμιστές χρησιμοποίησαν τις αρχές της εξέλιξης με σκοπό να δικαιολογήσουν σεξιστικές και ρατσιστικές ιδέες που μείωναν την ισότητα. Παραδείγματος χάρη, η ευγονική που θεωρείται ακραίο είδος του μεταρρυθμιστικού δαρβινισμού, επινοήθηκε από τον F. Galton και σημαίνει καλά γεννημένος (Broberg & Roll-Hansen, 2005). Οι οπαδοί της ευγονικής ισχυρίστηκαν ότι συγκεκριμένες φυλετικές ή κοινωνικές ομάδες (συνήθως πλούσιοι Αγγλοσάξωνες) ήταν από τη φύση τους ανώτεροι από τους άλλους (Ross, 1901). Οι οπαδοί της ευγονικής πρότειναν να ελέγχουν την ανθρώπινη κληρονομικότητα δημιουργώντας συγκεκριμένες νομοθεσίες που θα απαγόρευαν το γάμο μεταξύ διαφορετικών φυλών ή θα περιόριζαν την αναπαραγωγή σε διάφορες κοινωνικά απροσάρμοστες ομάδες ανθρώπων, όπως οι εγκληματίες και οι ψυχικά ασθενείς (Adams, 1990).

Η σύνδεση του κοινωνικού δαρβινισμού με τον επιστημονικό ρατσισμό έτυχε ιδιαίτερης επεξεργασίας από το Γάλλο ανθρωπολόγο Georges Vacher de Lapouge, ο οποίος δημοσίευσε το 1889 ένα δοκίμιο με τον τίτλο «Ο Άρειος». Γι’ αυτόν η «κοινωνική επιτυχία», ήταν απόκτημα μιας φυλής και οι φυλές ήταν άνισες (ορισμένες ανώτερες, όπως οι Άρειοι, ορισμένες κατώτερες όπως οι Εβραίοι, οι μαύροι κ.α.) (Miller, 1917; Barnes, 1932).

Στην πιο ακραία τους μορφή, οι ιδέες του κοινωνικού δαρβινισμού εφαρμόστηκαν και από τους εθνικιστές της Γερμανίας (ναζί), οι οποίοι χρησιμοποίησαν ως πρόφαση το κίνημα της ευγονικής για την εξόντωση Τσιγγάνων, Εβραίων, ομοφυλόφιλων, και κάθε άλλης ομάδας του πληθυσμού, μη ευπρόσδεκτης στο καθεστώς του Χίτλερ (Crook, 1994). Οι ναζί μέσα από τις ιδέες του κοινωνικού δαρβινισμού κατάφεραν να δικαιολογήσουν επιστημονικά ακόμη και τους φόνους των Εβραίων στο Ολοκαύτωμα με το πρόσχημα ότι καθάριζαν την ανθρωπότητα από κατώτερα γονίδια. Αρκετοί φιλοναζιστές διανοούμενοι διέκριναν εξελικτική ηχώ στις εκκαθαριστικές πρακτικές του Χίτλερ για την εξάλειψη ενός ολόκληρου λαού (Gasman, 1998).

Οι K. Marx και F. Engels από την άλλη, αν και αναγνώρισαν την γενική αξία του δαρβινισμού στη βιολογία, απέρριψαν τον κοινωνικό δαρβινισμό. Ο Engels μάλιστα επέμενε στην άρνησή του να εφαρμόσει βιολογικούς νόμους στις ανθρώπινες κοινωνίες. Σύμφωνα με τον Engels, οι πολιτικοί δαρβινιστές, μπορούν να περιγραφούν αρχικά σαν κακοί οικονομολόγοι και κατά δεύτερον σαν κακοί φυσικοί επιστήμονες και φιλόσοφοι (Bowler, 1983).

Οι παραπάνω φιλόσοφοι, στο έργο τους Γερμανική Ιδεολογία, ισχυρίστηκαν ότι αυτό που διαχωρίζει τον άνθρωπο από τα υπόλοιπα ζώα, είναι η ικανότητά του να παράγει τα μέσα της επιβίωσης του. Οι άνθρωποι μπορούν να διαχωριστούν από τα ζώα λόγω της συνείδησης, της θρησκείας ή της νοημοσύνης (Bowler, 1988). Με το να παράγουν τα μέσα της επιβίωσης τους, δημιουργούν έμμεσα και την υλική τους ζωή. Το προφανές επιστημονικό σφάλμα της θεωρίας του κοινωνικού δαρβινισμού είναι ότι παραγνωρίζει το ρόλο της ανατροφής και της εκπαίδευσης, όσον αφορά τις διαφορές και τις ανισότητες που εμφανίζονται στις ανθρώπινες κοινωνίες (Claeys, 2000).

Επιπροσθέτως, σύμφωνα με τον Benton (1982), o Δαρβίνος δεν είχε την πρόθεση να δημιουργήσει μια θεωρία που θα αφορά τις ανθρώπινες κοινωνικές δομές, ή θα έχει μια δυνάμει επέκταση σε αυτές, αλλά στόχευε αποκλειστικά στη μελέτη της βιολογικής εξέλιξης. Παράλληλα, αν και στη θεωρία του Δαρβίνου υπάρχει η αντίληψη του ανταγωνισμού λόγω της ανεπάρκειας των πόρων, αυτή η ανεπάρκεια ισχύει σε πολύ μικρό βαθμό στην κοινωνική ζωή, αφού ο άνθρωπος μπορεί σήμερα να παράγει τα αγαθά για να εξασφαλίσει την επιβίωσή του. Η σπανιότητα των πόρων σήμερα δε θεωρείται φυσική, αλλά, αντίθετα, θεσπισμένη και βασισμένη στην άνιση κατανομή των πηγών και των μέσων παραγωγής (Hodgson, 1993).

Χριστίνα Δημητριάδου, Απόφοιτος Bsc Hons Psychology


Friday, December 9, 2016

To Τμήμα Ψυχολογίας του Μητροπολιτικού Κολλεγίου σε εκπαιδευτική θεατρική παράσταση

To Τμήμα Ψυχολογίας του Μητροπολιτικού Κολλεγίου παρακολούθησε την κωμική εκπαιδευτική θεατρική παράσταση της Science Art Society "Τι θα γίνει, θα κοιμηθούμε απόψε;" που έχει ως θέμα τη λειτουργία του εγκεφάλου πριν και κατά τη διάρκεια ύπνου.

Η παράσταση δημιουργήθηκε με το σκεπτικό να προκαλέσει άμεσο διάλογο και να μεταδώσει με ψυχαγωγικό τρόπο επιστημονική έγκυρη γνώση, αλλά παράλληλα να καταγράψει συνήθειες και συμπεριφορές των εφήβων σχετικά με τον ύπνο. Για το λόγο αυτό, πριν και μετά από κάθε παράσταση ειδικευμένος νευροεπιστήμονας συζητάει με τους θεατές για τον μηχανισμό και την αξία του ύπνου, τις διαταραχές του και τους τρόπους αντιμετώπισής τους.

Η Αστική Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία Science Art Society ιδρύθηκε από τον κ. Αναστάσιο Μπονάκη (Επίκουρος καθηγητής Νευρολογίας στην Ιατρική σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών & Υπνολόγος) και τον κ. Αλατζά Πέτρο (Χημικός MSc - Ηθοποιός - Σκηνοθέτης) με στόχο την προώθηση των τεχνών και των επιστημών στην καθημερινότητα των ατόμων, των οικογενειών, των σχολείων και γενικότερα της κοινωνίας ώστε να υπηρετήσει την ψυχαγωγία, την ενημέρωση και την εκπαίδευση.