Friday, July 22, 2016

Η κοινωνική λειτουργία του γάμου

Η εξελικτική προσέγγιση, έχει διαφορετική εντελέχεια και ανταλλακτική αξία για κάθε φύλο. Για τον άνδρα αποτελεί αγαθό υψηλής αξίας, το οποίο επιζητείται για λόγους μεγιστοποίησης της διασποράς των γονιδίων του. Για τη γυναίκα, αποτελεί αγαθό που πρέπει να διαθέσει-ανταλλάξει προσεκτικά, αφενός προκειμένου να διατηρήσει την υψηλή για τον άνδρα, αξία του, αφετέρου για να εξασφαλίσει από αυτόν την επένδυση άυλων (π.χ. συναίσθημα, χρόνο, κοινωνική θέση) και υλικών πόρων στη δυαδική τους σεξουαλική σχέση, πράγμα απαραίτητο για την συντήρηση της ίδιας κατά τη μακρά διάρκεια της κύησης και μακροπρόθεσμα των παιδιών της (Weisfeld & Weisfeld, 2002).

Ο Fletcher (2002) θεωρεί ότι η εξελικτική ανάγκη διαχείρισης του σεξουαλικού αγαθού από τη γυναίκα για την πραγματοποίηση του απώτερου στόχου της, εξηγεί γιατί τείνει να επενδύει με νόημα τις σχέσεις περισσότερο από ότι ο άνδρας.

Ο Baumeister (2001) περαιτέρω προτείνει, ότι η ισχύς που διαθέτει η γυναίκα να παρέχει το σεξουαλικό αγαθό, εξηγεί την ελεγκτική-κανονιστική διάθεση του άνδρα έναντι της σεξουαλικής της συμπεριφοράς και την όλη, μεροληπτική για το φύλο της, κοινωνική θεσμοθέτηση της σεξουαλικότητάς της. Τα εμπειρικά στοιχεία σχετικά με την προέλευση του γάμου είναι ελάχιστα, καθώς εξελίχθηκε διαπολιτισμικά σε διαφορετικές εποχές και έχει οριστεί με διάφορους τρόπους.

Υπάρχει συμφωνία ότι ο γάμος ως θεσμικό όργανο δεν είναι από τόσο παλιά όσο η οικογένεια. (Lamanna & Riedmann, 2002). Ωστόσο ο γάμος είναι καθολικός, ένας δεσμός που βρίσκεται σε άλλα είδη. Ο γάμος λειτουργεί ως μια αναπαραγωγική κοινωνική ρύθμιση και καθολικά έχει οριστεί ως μια κοινωνική και νομική ένωση μεταξύ ανδρών και γυναικών, αν και μερικοί πολιτισμοί έχουν επιτρέψει στους ανθρώπους του ίδιου φύλου να παντρεύονται (Coontz 2005).

Ο κοινωνιολόγος Weber όρισε το γάμο ως «σταθερή σεξουαλική σχέση» που επιτρέπεται και νομιμοποιείται από την μεγαλύτερη ομάδα συγγενών και χρησιμοποιείται για να καθορίσει τους κανόνες σχετικά με τα περιουσιακά δικαιώματα των παιδιών (Collins 1986). Η πλειοψηφία των γάμων βασίζεται σε μονογαμία, μια ένωση μεταξύ μιας γυναίκας και ενός άνδρα, αλλά πολλές κοινωνίες έχουν επιτρέψει στους ανθρώπους να έχουν περισσότερα από ένα σύζυγο, ή πολυγαμικούς γάμους, παραπέμποντας σε συμπεριφορές που παρατηρούνται σε θηλαστικά.

Εξελικτικά, οι άνδρες αναζητούν ένα νέο, ελκυστικό, σεξουαλικό, πιστό σύντροφο. Παράλληλα, οι γυναίκες αναζητούν έναν σύντροφο μεγαλύτερο, πιο ψηλό, και (όπως και σε πολλά άλλα είδη) να είναι κοινωνικά κυρίαρχος. Τα δύο φύλα επίσης προτιμούν ένα σύντροφο υγιές, ελκυστικό, και να είναι συναισθηματικά συνδεδεμένοι μαζί του. Ένας σύζυγος που αποτυγχάνει να διατηρήσει αρκετά υψηλή την αξία του συντρόφου του, τον καθιστά ευάλωτο για χωρισμό. Επίσης, στα θηλαστικά, ο χωρισμός μπορεί να προέλθει από στειρότητα, σεξουαλική δυσαρέσκεια ή το θάνατο ενός παιδιού. Τα διαπολιτισμικά δεδομένα υποδηλώνουν ότι οι απάνθρωποι ή υποδεέστεροι άνδρες και όσοι είναι άπιστοι στις γυναίκες τους ρέπουν στην πρόκληση χωρισμού. Σε κοινωνίες όπου οι γυναίκες είναι οικονομικά ανεξάρτητες από τους συζύγους, τα ποσοστά διαζυγίων είναι υψηλά.

Η προσέγγιση της Θεωρίας της Εξέλιξης, ασχολείται με το ρόλο των εγγενών βιολογικών στοιχείων στη διαμόρφωση της συγχρονικής συμπεριφοράς. Από τη σκοπιά αυτή, εάν μια συγκεκριμένη ανθρώπινη συμπεριφορική τάση έχει γενετική βάση, θα τείνει να εμφανίζεται ολοένα και περισσότερο σε κάθε επερχόμενη γενεά ανθρώπων, στο βαθμό που ενισχύει την καλή προσαρμογή και ευεξία.

Χριστίνα Πατσούρα, Απόφοιτος Bsc Psychology









Thursday, July 7, 2016

Ενασχόληση με τον αθλητισμό: γιατί μας αρέσει ένα άθλημα και μια ομάδα;

Ο άνθρωπος ασχολείται με τα σπορ από την αρχή της ιστορικής και εξελικτικής του διαδρομής. Εξαιτίας της ανταγωνιστικής τους φύσης, τα σπορ πιστεύεται ότι ικανοποιούν το ένστικτο της επιβίωσης μέσω του συμβολισμού της νίκης και της ήττας.  Ο Huizinga (1955)  στο βιβλίο του Homo Ludens, προτείνει ότι το παιχνίδι είναι βασικό συστατικό της ανθρώπινης ύπαρξης: μπορεί να θεωρηθεί ως απελευθέρωση ενέργειας, μια  μίμηση της πραγματικής ζωής ή ως μια ανάγκη για χαλάρωση και διασκέδαση. Σύμφωνα με την αντίληψη του Durkheim (1912) για την θρησκεία και τη θεωρία του Goffman (1959) για την καθημερινή ζωή και αλληλεπίδραση, η Birrell (1981) προτείνει ότι τα σπορ είναι αναμφισβήτητα μια κοινωνική αλληλεπίδραση με συγκεκριμένες νόρμες, αξίες, χαρακτηριστικά, συναισθήματα και σκέψεις, όπως ακριβώς μια κοινωνική τελετή: “Μια αρένα για την δημιουργία συμβολικών ηγετών και την επίδειξη ηρωικών πράξεων” (σελ. 536). Τα σπορ ως τελετουργία αποτελούνται από σύμβολα, που σύμφωνα με τον Durkheim, είναι “προστατευμένα, απομονωμένα, ξεχωριστά, απαγορευμένα και απροσπέλαστα” (Birrell, 1981, σ.357).
 
Ο Melnick (1993) δήλωσε ότι η παρακολούθηση ενός αθλήματος εξυπηρετεί τον τρόπο ικανοποίησης των αναγκών για σχεσιακή εμπλοκή σε ένα σύγχρονο κόσμο απομόνωσης, ατομικισμού και γεωγραφικής κινητικότητας. Τα άτομα κάνουν χρήση διαφόρων στρατηγικών για να βελτιστοποιήσουν τα ψυχολογικά τους κέρδη, όσο εμπλέκονται με τα σπορ και την παρακολούθηση αγώνων, όπως η υπερ-έμφαση ή απαξίωση της σύνδεσης τους με μια νικήτρια ή με μια ηττημένη ομάδα, αντίστοιχα.
 
Ο Segrave (2000) σημειώνει ότι τα σπορ έχουν το προνόμιο να παρέχουν σκοπό και νόημα ζωής, σαν μια διαφυγή από τις καθημερινές γνωστικές και συναισθηματικές πολυπλοκότητες και σαν μια ευκαιρία να νιώσει ο άνθρωπος ελεύθερος και απαλλαγμένος: “ Ο κόσμος των σπορ επίσης, παρέχει ακόμη και στους συντηρητικούς και σεμνούς, την ευκαιρία να βάψουν το πρόσωπο τους ή να ντυθούν όπως θέλουν. Που αλλού, μπορούν μεγάλοι άνδρες να αγκαλιάζονται και να φιλιούνται δημοσίως; Που αλλού, οι θνητοί μπορούν να συμπεριφερθούν ως αθάνατοι;” (σελ. 72). Ομοίως, οι Elias και Dunning (1970) εξηγούν την εμπλοκή με τα σπορ και τις σχετικές με αυτά δυσλειτουργικές πράξεις (π.χ. βία), ως μια ευκαιρία για το άτομο να βρει την έξαψη και τον ενθουσιασμό που υπολείπονται στις σύγχρονες ρηχές και πεζές κοινωνίες (αναφέρονται στη Birrell, 1981).
 
Όπως σε άλλες δραστηριότητες, οι άνθρωποι συμμετέχουν στα σπορ με διαφορετικούς τρόπους. Μερικοί έλκονται από τα σπορ περισσότερο από άλλους, ενώ κάποιοι άλλοι δεν συμμετέχουν καθόλου. Η ενασχόληση με μια ομάδα, έχει οριστεί ως “μια ψυχολογική κατάσταση κινητοποίησης, διέγερσης ή ενδιαφέροντος για μια αθλητική ομάδα και για σχετικές με αυτή δραστηριότητες, που προκαλείται από ατομικά χαρακτηριστικά και περιστασιακούς παράγοντες” (Funk, Ridinger & Moorman, 2004, σ.40).
 
Οι Funk και Pastore (2000) υποστηρίζουν ότι το επίπεδο της συναισθηματικής σπουδαιότητας και η αξία που δίνει κάποιος/α σε μια ομάδα, επιδρά στο επίπεδο πίστης στην ομάδα. Αυτό επηρεάζεται και από την άμεση επαφή με την ομάδα, με την έννοια της συνεχόμενης παρακολούθησης παιχνιδιών. Οι Mahony, Nakazawa, Funk, James και Gladden (2002) διέκριναν επτά κίνητρα εμπλοκής με τα σπορ: εφήμερη επίτευξη, δραματοποίηση, περηφάνια, προτίμηση σε ένα παίκτη, δέσιμο με το άθλημα και μια συγκεκριμένη ομάδα, και αισθητική (ομορφιά).
 
Επειδή τα σπορ αποτελούν μια τελετουργική αναπαράσταση της κοινωνίας και των αξιών της, είναι σημαντικά όταν ενσωματώνουν και αντιπροσωπεύουν αυτά τα χαρακτηριστικά που έχουν μεγάλη αξία σε μια συγκεκριμένη κοινωνία (Birrell, 1981). Γι αυτό το λόγο, είναι μέρος της κοινότητας και της κοινωνίας: επηρεάζουν την κοινωνική συνοχή και ακολουθούνται τελετουργικά από ένα σημαντικό αριθμό ανθρώπων.

Δρ. Βίκυ Γκόλτση, Ηead of Psychology Department, Mητροπολιτικό Κολλέγιο